Ανέβηκε από Swell στις 14/8/2007
Το κτίριο της Βουλής δεν υπήρχε. Μια λαοθάλασσα στα πόδια του πλημμύριζε το χώρο από την αρχή της Ερμού μέχρι τον Εθνικό Κήπο και τον επευφημούσαν. Η φωνή του, μέσα από τα μεγάφωνα, έσειε το σύμπαν. Ακριβώς κάτω από την εξέδρα, διέκρινε έξι πανύψηλες μελαχρινές, έξι θεές νόμισε ότι είδε.
Μετά από λίγο βροντοφώναξε "Και με τη νίκη την Κυριακή". Οι ιαχές του πλήθους έφτασαν μέχρι τον ουρανό. Ξανακοίταξε κάτω, αλλά οι θεές είχαν εξαφανιστεί. Χαιρέτησε και μπήκε στο εσωτερικό του κτιρίου, που βρισκόταν πίσω από την εξέδρα. Του έκανε εντύπωση ότι δεν υπήρχε κανείς. "Κώστα!" φώναξε. Καμία απάντηση. Προχώρησε στο μακρύ διάδρομο που έβλεπε μπροστά του. Δεξιά και αριστερά υπήρχαν κλειστές πόρτες. Άρχισε να δοκιμάζει να τις ανοίξει. Ήταν όλες κλειδωμένες. Φτάνει στο τέλος του διαδρόμου και πλησιάζει την τελευταία πόρτα. Ήταν βέβαιος ότι θα την έβρισκε κι αυτήν κλειδωμένη. Τη στιγμή που το χέρι του ήταν πάνω από το χερούλι, αυτό υποχωρεί κι η πόρτα ανοίγει. Ένα γυναικείο χέρι, με μακριά λεπτά δάχτυλα τον τράβηξε στο εσωτερικό του δωματίου.
Τον είχε τραβήξει μία από τις θεές. Στο βάθος του δωματίου στέκονταν και οι υπόλοιπες. Ένα αδιόρατο χαμόγελο διαγραφόταν στα κόκκινα βαμμένα, σαρκώδη χείλη τους. Το κόκκινο πάνω στις μελαχρινές θεές τον ερέθισε γιατί δημιουργούσε έντονη αντίθεση. Τον πλησίασαν. Του έβγαλαν το σακάκι, του έλυσαν τη γραβάτα και άρχισαν να του ξεκουμπώνουν το πουκάμισο.
Ξύπνησε μούσκεμα στον ιδρώτα. Ανασηκώθηκε στο κρεβάτι και είδε δίπλα του τη Χάιδω. Σκέφτηκε "Τι ωραία που θα ήταν Θεέ μου, να έβγαινε αληθινό αυτό το όνειρο". Μια φωνή ακούστηκε από ψηλά "Θα 'θελες Γιωργάκη..."
No comments:
Post a Comment