Thursday, December 1, 2011

Μια ιστορία (β')

Ανέβηκε από Swell στις 18/11/2007
   

Πήγε μαζί της για τρία χιλιόμετρα από το σπίτι του για να μην χαθεί.  Σταμάτησε και κατέβηκε από τη μοτοσικλέτα.  Προς μεγάλη του έκπληξη, βγήκε κι εκείνη από το αυτοκίνητό της.  Έκανε ψόφο κι έτσι αντάλλαξαν μερικές λέξεις μόνο.  Βεβαιώθηκε ότι πλέον ήξερε πως να συνεχίσει κι έσκυψε να τη φιλήσει στο μάγουλο.  Εκείνη ανταποκρίθηκε.

Από το βράδυ αυτό μιλούσαν καθημερινά στο τηλέφωνο.  Μεσοβδόμαδα ξαναπήγε σπίτι του.  Έκανε την εμφάνισή της κατά τις δέκα και μισή το βράδυ, με ένα κουτί αλμυρά για το κρασί.  Λίγο η μουσική, λίγο το κρασί, λίγο τα κεριά, λίγο η ζέστη της σόμπας, την έκαναν να αισθανθεί πιο άνετα.  Έβγαλε τα παπούτσια της και ανέβασε τα πόδια της στον καναπέ.  Μετά από λίγο του είπε στην ψύχρα ότι από την πρώτη τους συνάντηση στο γραφείο, είχε καταλάβει ότι την έβλεπε ερωτικά!  Αυτός στην αρχή το αρνήθηκε.  Μάταιη ήταν όμως η προσπάθειά του.  Εκείνη επέμενε, οπότε αυτός είπε μόνον ότι πάντοτε προσπαθεί να είναι πολύ διακριτικός και δεν επιτρέπει στον άλλον να καταλάβει πως τον βλέπει.  Αυτή συμφώνησε για τη διακριτικότητα, αλλά είπε ότι τον πρόδιδαν τα μάτια του.  Τα οποία, πρόσθεσε, συχνά γίνονταν πολύ σκληρά.

Αυτή καθόταν στην άκρη ενός καναπέ κι αυτός στη μέση ενός άλλου, που έκανε γωνία με τον πρώτο.  Του πρότεινε να ανάψει ένα stick που τα είδε στο τραπέζι – εκείνος είχε ξεχάσει ότι υπήρχαν.  Το άναψε.  Σκεφτόταν πολύ ώρα πώς να κάνει την πρώτη κίνηση.  Φοβόταν όμως την πιθανή αντίδραση ή άρνηση.  Κι όλο το ανέβαλλε.

Μέχρι που πήρε τη μεγάλη απόφαση και μετακινήθηκε στην άκρη του καναπέ που καθόταν.  Έσκυψε και πλησίασε το πρόσωπο της από το πλάι.  Τη ρώτησε «Τί έχεις εδώ;»  κι όταν εκείνη γύρισε το κεφάλι της προς το μέρος του, τη φίλησε.  Εκείνη ανταποκρίθηκε αμέσως.  Ήταν υπέροχα, μου είπε.  Σε λίγο είχε ξαπλώσει στην αγκαλιά του…

Άρχισε να της χαϊδεύει το στήθος.  «Έχω την εντύπωση ότι σου αρέσει το στήθος μου» του είπε.  Αυτός άφωνος.  Λίγο μετά κατάφερε να ψελλίσει «δεν το έχω δει για να μπορώ να πω».  «Είναι τρία χρόνια που δεν το έχω κάνει» του είπε.  «Ποιο» ρώτησε ο αφελής κατατρεγμένος.  «Αυτό» απάντησε εκείνη.  «Και πως τα κατάφερνες όλο αυτόν τον καιρό;»  «Μαλακιζόμουν» του είπε.  
Λίγο μετά πήγαν στο κρεβάτι...

Συνεχίζεται εδώ

No comments:

Post a Comment

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...